Ο μικρός πρίγκηπας βολτάρει.
Μεσάνυχτα στο δώμα
μέσα από κουρτίνες
μυρίζει τη βροχή.
Έχει αϋπνίες. Ανησυχεί.
Θέλει ν' ακούσει να λένε.
Για τη σκληρή τη φύρα του ντουνιά.
Αυτήν που πέρα στις καρότσες
όλοι σιωπούν για ν' ακούσουν
σαν έρχεται η ώρα.
Χαμογελώντας φυσικά,
δήθεν ανυποψίαστα,
ειρωνικά και υπεράνω,
ενώ με ύψιστη συγκέντρωση ρουφούν την κάθε λέξη
γιατί τους καίει,
σαν όχλος που κρύβεται σε σφραγίδες <<ανώτερων>>
άραγε φταίει;
Μεσάνυχτα στο δώμα
μέσα από κουρτίνες
μυρίζει τη βροχή.
Έχει αϋπνίες. Ανησυχεί.
Θέλει ν' ακούσει να λένε.
Για τη σκληρή τη φύρα του ντουνιά.
Αυτήν που πέρα στις καρότσες
όλοι σιωπούν για ν' ακούσουν
σαν έρχεται η ώρα.
Χαμογελώντας φυσικά,
δήθεν ανυποψίαστα,
ειρωνικά και υπεράνω,
ενώ με ύψιστη συγκέντρωση ρουφούν την κάθε λέξη
γιατί τους καίει,
σαν όχλος που κρύβεται σε σφραγίδες <<ανώτερων>>
άραγε φταίει;