Μετά από 8 μήνες εμπειρίας σε ψυχιατρεία, κάποιες πρώτες μου σκέψεις... Η ψυχική υγεία είναι χωρίς καμία αμφιβολία ο πιο ευαίσθητος, και ο πιο παρεξηγημένος τομέας της υγείας. Ορίζεται ως η πλήρης ψυχική και κοινωνική ευεξία του ατόμου. Είναι συνώνυμη με την εσωτερική πληρότητα, την κοινωνική και επαγγελματική λειτουργικότητα, την γαλήνη, την αυτοπραγμάτωση. Αυτός είναι ο ορισμός της υγείας από τον WHO. Αυτός ο ορισμός ισχύει για όλους τους ανθρώπους και χωρίς εκπτώσεις. Δεν ισχύει με έναν αστερίσκο για τους σχιζοφρενείς. Δεν έχει εξαιρέσεις. Δεν έχει υποσημείωση «τα χαλασμένα μυαλά εξαιρούνται». Η ψυχική υγεία και ευεξία είναι αγαθό για ΟΛΟΥΣ, κάτι πολύ σπουδαιότερο, πολύ περισσότερο από το να παρατάς έναν ψυχίατρο σε μια θάλασσα εκατόν είκοσι ασθενών με μοναδική προϋπόθεση να τους ταΐζει ψυχοφάρμακα, να τους κρατάει φρόνιμους-στάσιμους-ζόμπι και να κάνει και τον γενικό γιατρό τους-ή τον ανειδίκευτο γιατρό για όλες τις δουλειές. Αυτό είναι ξεφτίλα. Η ψυχική υγεία δεν είναι αυτό το πράμα. Προϋποθέτει μια ριζική ανα-μόρφωση των τρόπων σκέψης, ύπαρξης, αλληλεπί-δρασης του ατόμου με τον εαυτό του και τους άλλους. Και αυτό είναι κάτι πολύ σπουδαίο, πολύ μεγάλο. Αυτό για να γίνει όμως, χρειάζεται συγκεκριμένες συνθήκες: Δεν μπορεί να επιτευχθεί αν δεν υπάρχει προφανώς οικονομική υποστήριξη, γερή. Όμως δεν είναι μόνο τα λεφτά. Δουλειά δεν γίνεται, αν δεν υπάρχει πλαισίωση από ένα αρχιδάτο team ορεξάτων, μορφωμένων, με όραμα, και κατάλληλα καταρτισμένων επαγγελματιών ψυχικής υγείας, που ο καθένας από το πόστο του θα βοηθήσουν το άτομο να επανενταχθεί στη ζωή με τους δικούς του όρους, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητές του. Μέσα από την ψυχοθεραπεία, μέσα από την εργασία, την κοινωνικοποίηση, τις τέχνες. Και ναι, χρειάζεται πρόγραμμα, «εξαμηνιαίο θεραπευτικό πλάνο που καταρτίζεται από την θεραπευτική ομάδα για κάθε ασθενή ξεχωριστά» , που λέει κι ο νόμος. Και φυσικά δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τα ψυχοφάρμακα. Τα ψυχοφάρμακα δεν μπορούν να φέρουν ούτε την έμπνευση, ούτε το ΝΟΗΜΑ, ούτε την αυτοπραγμάτωση. Απλώς κουκουλώνουν, παροδικά. Όχι οτι υποτιμώ το κουκούλωμα. Για κάποιους ανθρώπους, σε κάποια φάση της ζωής τους, είναι μια κάποια λύση. Αλλιώς μιλάμε για καταναγκαστικές θεραπείες, του τύπου «έλα δω να σε θεραπεύσω με το ζόρι». Και αυτό (αν και αναγκαίο κάποιες φορές) είναι αστυνομία, όχι θεραπευτική. Αν δεν πλοιρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις, η...«φροντίδα ψυχικής υγείας» καταντά μοιραία ένα γελοίο, κακόγουστο αστείο, ένα εκφυλισμένο έκτρωμα, και οι (όποιοι) λειτουργοί της απλοί γραφειοκράτες και διαχειριστές ενός συστήματος που το μόνο που κάνει είναι κακήν-κακώς να κρατάει ζωντανούς, στάσιμους και ταϊσμένους ορισμένους ανθρώπους σε συνθήκες εγκλεισμού και φυτοποιημένους ως εκεί που δεν πάει. Και αυτό, είναι θλιβερό.
0 Comments
Ο μικρός πρίγκηπας βολτάρει.
Μεσάνυχτα στο δώμα μέσα από κουρτίνες μυρίζει τη βροχή. Έχει αϋπνίες. Ανησυχεί. Θέλει ν' ακούσει να λένε. Για τη σκληρή τη φύρα του ντουνιά. Αυτήν που πέρα στις καρότσες όλοι σιωπούν για ν' ακούσουν σαν έρχεται η ώρα. Χαμογελώντας φυσικά, δήθεν ανυποψίαστα, ειρωνικά και υπεράνω, ενώ με ύψιστη συγκέντρωση ρουφούν την κάθε λέξη γιατί τους καίει, σαν όχλος που κρύβεται σε σφραγίδες <<ανώτερων>> άραγε φταίει; Τα γάργαρα και παγωμένα νερά κυλούν
και ξεπλένουν τις αμαρτίες που γι' αυτές αυτός δεν έφταιξε μα του κληροδοτήθηκαν. Χωρίς κανείς να έχει καταλάβει ακριβώς τί και γιατί όχι οτι θα'χε και μεγάλη σημασία τελικά τα γεγονότα ξεπερνούν τις λέξεις και τις απόπειρες ρητοποίησης. Οι καθημερινοί βιοπαλαιστές άνθρωποι κοιμούνται βαθιά. Σ' ένα σπίτι υγρό με κρεμασμένα κομμάτια ενός σπασμένου τσέλου από την οροφή Κάτω από σύννεφα γαλάζια του νωχελικού καπνού Αυτός ξάγρυπνος έμενε ν' αφουγκράζεται κλασσικές μελωδίες με ροπή προς την αποσύνθεση. Σαν κάτι να μένει όμως μισό. Ίσως αυτή η απαισιοδοξία της μέρας, που θα επανέλθει ρε γαμώτο καποια στιγμή και θα φέρει πάλι στο προσκήνιο τα τετριμμένα της καθημερινότητας. Η ανατολή δεν αρκεί για να λιώσει το χιόνι. Κάποια μισά δεν κλείνουν. Είμαι προβληματισμένος. Ακούω να λένε πολλοί οτι <<αν δεν μπεις πρώτα στο σύστημα, δεν μπορείς και να το αλλάξεις>>. Όταν μπαίνεις στο σύστημα, διαπιστώνεις με έκπληξη πως οι ίδιοι πολλοί τώρα σου λένε <<αυτό είναι το σύστημα, δεν θα το αλλάξεις εσύ, κι αν δεν σου αρέσει παραιτήσου>>! Ή, κάποιοι πιο...politically correct τύποι σε παραπέμπουν σε ποικίλα όργανα, χαρτιά, συμβούλια και λοιπούς <<μηχανισμούς ελέγχου και αλλαγής>>, που με οδύνη όμως συνειδητοποιείς οτι είναι ελεγχόμενα, κατευθυνόμενα, διαπλεκόμενα (αλλού λιγότερο, αλλού περισσότερο). Και πως τέλως πάντων τις αποφάσεις τις λαμβάνουν λίγοι και πολύ συγκεκριμένοι, κάτι παρέες που με τη σειρά τους υπακούουν σε γραμμές. Τίποτα δεν αλλάζει ουσιαστικά, κανείς - ή σχεδόν κανείς- δεν ακούει.
Μέσα απ'αυτή τη διαδικασία, κάπως αναγκάζεσαι να συμβιβαστείς, να φορέσεις έναν ρόλο αυθαίρετα (αλλά αυστηρά) κατασκευασμένο, άκαμπτο, με καθήκοντα όχι επίσημα, αλλά παράτυπα ή και ανήθικα πολλές φορές και σίγουρα όχι κομμένο και ραμμένο στις ανάγκες των πολλών αλλά των λίγων και ισχυρών που διαμορφώνουν αυτούς τους ρόλους. Σε ένα πλαίσιο καρκινικό, παθογενές, επίτηδες φτιαγμένο έτσι ώστε να μην υπάρχει σαφής κατανομή καθηκόντων και αρμοδιοτήτων, χωρίς σαφή ό ρ ι α, ( δεν περίμενα ποτέ οτι θα το πω, αλλά σπουδαίο πράγμα το καθηκοντολόγιο, αν δεν κατακτηθεί αυτό δεν πας πουθενά). Όπου ο ισχυρότερος φορτώνει στον πιο αδύναμο τις δικές του ευθύνες, που λειτουργεί με βάση το ποιός θα λουφάρει περισσότερο, ή με βάση το στρατιωτικό, θα έλεγε κανείς, <<αξίωμα>> του ποιός είναι <<ο πιο παλιός μες στο κοτέτσι>>. Αλήθεια, τί σημαίνει άραγε αυτή η παλαιότητα που κατά καιρούς ακούω ως επιχείρημα, και πόσο μάλλον ανάμεσα σε ανθρώπους που ηλικιακά δεν είναι ούτε 50 καλά-καλά? Οτι έχεις υποφέρει, οτι έχεις βασανιστεί περισσότερο από μένα και οτι συνεπώς εγώ, όλοι, η ζωή ολάκερη σου χρωστούν μήπως? Η ζωή φίλε/η μου δεν χρωστάει τίποτε και σε κανέναν. Ελάχιστος ο χώρος που διατίθεται για άλλες σκέψεις, γιατί δεν υπάρχει χώρος για αμφισβήτιση της κυρίαρχης, πατριαρχικής, ιεραρχικής, φεουδαρχικής και Σουλτανίστικης Τάξης Πραγμάτων. Δεν υπάρχει διέξοδος από το άσυλο της μεσήλικης μικροαστίλας. Οι τοίχοι έχουν ποτίσει. Και τότε για πρώτη φορά βιώνεις μια πρωτόγνωρη αίσθηση, μιαν αίσθηση κακοστημμένης φάρσας, στην οποία όμως είσαι αναγκασμένος να συμμετάσχεις γιατί πολύ απλά έχεις ανάγκη <<τον μισθό>>, και γιατί είσαι διορισμένος με <<σύμβαση ιδιωτικού δικαίου>> και όποτε θέλουμε μπορούμε να σε τζάσουμε. Έ, όλο αυτό είναι που έλεγε ο Μαρξ αλλοτρίωση. Όλο αυτό αποτελεί μιαν ισχυρή πρόκληση- για το αν μπορείς να το νοηματοδοτήσεις. Πρέπει να νοηματοδοτήσεις ξαφνικά ένα κομμάτι της ζωής σου (αυτό της δουλ-ειας) που από πολλές απόψεις δε έχει κανένα νόημα απολύτως και απλώς υπακούει στον νόμο του ισχυρότερου, ή νόμο της ζούγκλας. Το πιο προκλητικο ομως είναι το πόσοι άνθρωποι εξακολουθούν, κάπως υποκριτικά (;), να αρνούνται την αλήθεια και να πιστεύουν σε όλες αυτές τις "δημοκρατικές διαδικασίες" και σε όλα αυτά τα "δημοκρατικά όργανα" και στους "εκλεγμένους αντιπροσώπους" που "θ' αλλάξουν την κατάσταση". Είναι λίγο σαν την στρουθοκαμηλο, που χώνει το κεφάλι της στην άμμο. Δεν θ έ λ ε ι να δει. Ή δεν την νοιάζει, γιατί ταυτίζεται με την κατάσταση και κάπως την απολαμβάνει. Νομίζω πως δεν υπάρχει δυσκολότερο πράγμα από την απομυθοποίηση των ιδανικών και την ωμή αντιμετώπιση των ψευδαισθήσεων και των αυταπατών ως ακριβώς αυτό που είναι. Ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Εύχομαι, ελπίζω το τέλος των ειδώλων να είναι κοντά. Ελπίζω να μπορέσουμε σύντομα να δούμε αντικειμενικά. Άραγε όλα αυτά τα πτώματα στα social media να βοηθήσουν? Η γριά παντοπώλις έχει θητεύσει και με το παραπάνω στα παζάρια του χαλιφάτου. Τάισε κόσμο και κοσμάκη. Προσέφερε πληθώρα γρήγορων και μονολεκτικών λύσεων που τίποτε δε λύνουν, μα γεμίζουν την κοιλιά. Που τίποτε δεν αλλάζουν, μα δίνουν την ψευδαίσθηση μιας επιτυχίας, και ένα νόημα σε ζωές που, ούτως ή άλλως, δεν έχουν κανένα νόημα απολύτως. Όταν η ανθρώπινη φύση πεινά, όταν θέλει να καταναλώσει κιλά κόκκινου νωπού κρέατος που κρεμάστηκε από τσιγγέλι προτού σφαγιαστεί δεν υπάρχει χώρος για υπέροχες, υπέρλογες αντιφάσεις. Όταν η ανθρώπινη φύση πεινά στοματικά για κρέατα, παστουρμάδες και αντιβιοτικά, τότε οι υπέρμαχοι του αριστοτελισμού ερεθίζονται αναφωνώντας "νά, υπάρχει μόνο μιά κι απόλυτη αλήθεια". Καιρός για σύνταξη. Καιρός για μεγάλα ιδανικά και ονειροπολήσεις. Καιρός για ιδρυματοποίηση. Η ώρα της γεροντομπεμπέκας. Η γριά παντοπώλις έχει θητεύσει και με το παραπάνω στα παζάρια αυτού του χαλιφάτου. Καθώς πίνει τσάι λευκό από τσαγιέρες μπακιρένιες φαίνονται τα χέρια της. Έχασαν πιά τη νεανική σπαργή τους. Απωθούν. Σα ζύμη ξεραμένη που χρειάζεται νερό-μα το νερό σώθηκε πιά. Φόρεσαν δαχτυλίδια με περίεργες σφραγίδες και πετράδια τροπικά σε μια προσπάθεια εκκεντρική, να κρύψουν οτι τα χρόνια περάσαν• οτι το σαρκίο όλο παλιώνει, όλο φθείρεται. Ένα δοχείο της Συνείδησης είναι. Που τόσα χρόνια δεν κατάφερε, δυστυχώς, ν' αντικρίσει τον εαυτό του όπως είναι. Δεν πειράζει. Ούτως ή άλλως τα δοχεία έχουν ημερομηνία λήξης. Θα' ρθουνε κι άλλες παντοπώλισσες. Κι άλλα σαρκία, να υποδυθούν ποικίλους ρόλους. Το μόνο σίγουρο, τα σαρκία δεν σώνονται. Γιατί να βοηθήσω αυτόν τον άνθρωπο εγώ;
Δεν είναι αρμοδιότητά μου. Ξέρεις, καμιά φορά, κάποια προσδόκιμα ζωής δεν συμβιβάζονται καλά με τις θέσεις μας. Φυσάει. Λες να πάρει ο άνεμος τις στατιστικές και να τις σηκώσει; Λες να μπλεχτούν κάπως τα νούμερα και να κερδηθεί κάποιο νόμπελ; Δίνουν και λεφτά. Ας τηλεφωνήσουν στον 15Α/3 να στείλει ένα φαξ στον 12Β/Π και αν συμφωνούν πολιτικά οι ντόπιοι άρχοντες και αν αυτοί οι θάνατοι δεν έχουν χρησιμότητα διπλωματικής πίεσης και αν δεν βαριέται η καθαρίστρια να πίνει έναν καφέ λιγότερο τη μέρα και αν βρει νόημα ο Τασίκας στην κοινωνική προσφορά (που θα γίνει μόνο αν το συνδυάσει, κάπως, με τα ενοικιαζόμενα της θείας του) και αν δεν βαρεθεί να το υπογράψει σε τρία διπλότυπα αντίτυπα κάνοντας πούρο φουμαρένιο μπορεί, ίσως και να ζήσει. Αλλιώς θα το πώ στον κλόουν. Ο κλόουν ξέρει. Ο κλόουν συμφωνεί. Ο κλόουν περνάει όταν φυσάει. Τότε που όλοι όσοι έχουν αριστερή ψυχή κατά βάθος ακούνε μελιστάλακτα εντεχνάδικα. Τότε, με μιά αναφορά που ακούει παντιέρα ρόσα, όλα θα γίνουν. Ετοιμάσου για μεγάλες αλλαγές. Πες πως έγινε και μή μου αγχώνεσαι. Συμφορά! Θύμωσαν οι δανειστές. Στενοχωριούνται οι επενδυτές. Χαλάστηκαν οι πιστωτές. Φταις εσύ. Που βρωμίζεις τα αλαβάστρινα μάρμαρα του Κυβερνείου με γκράφιτι γόπες Και κουτάκια μπίρας. Τί μούτρα θα δείξουμε τώρα ; Πώς θα προσελκύσουμε τους ισχυρούς, πώς θα τους πείσουμε να έρθουν να μας πετάξουν κάνα ξεροκόμματο ; Δεν χαμογελάς ; Είσαι μήπως εχθρός του έθνους ; Θα μας καταστρέψεις με τις ιδεολογίες σου. Δεν το' μαθες πως δεν υπάρχουν πιά ιδεολογίες ; Σε διατάζω να κάνεις την γοητευτική μαϊμού. Αν διαφωνείς μπορείς να καταθέσεις τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Και το αίτημά σου θα εξεταστεί από το κοινωνικό πρόσωπο της εταιρείας. Αλλά τους τοίχους δεν θα τους ξαναβρωμίσεις. Τους τοίχους. You know what?
I have the impression that you're putting labels on me that you're pushing me a little too hard like forcing me into extinction, sort of speak. Like using me as a tool, to profit from my pain. Like seeing me as an opportunity to prove your strength on me. Isn't this what you've always wanted? Like a parasite. Slaughtering my fathers, who knew not how to use a sword. Yet there is Ismene, but there is also Antigone. Oh, there are many Antigones in this world. Blue eyed, dark haired, with fair, or red, or dark complexion. It's gonna be a war, for sure. Not on the same boat, you and me. But we'll do it ourselves, the Antigones of this world. You go away. You and your hidden agendas. Our dreams have no price. They are priceless. Smoke and fire and disobedience, and new ways of Interacting of Being. When old things die, new ones must be born. Ασχολήσου με τα λογικά σου επιχειρήματα. Με τις αλάθητες αλήθειες σου. Και με τις καταθέσεις σου. Όλα αυτά, έχουν μια κάποια ομορφιά.
Δεν ξέρω αν ανήκουμε σε ίδιους κόσμους. Μπορεί. Δε μ'ενδιαφέρει να πάρω <<μια καλή απάντηση>>. Δε με νοιάζει να γίνω αφεντικός κανενός. Ούτε και ποντικός. Δε με αφορά η συσσώρευση πλούτων και ανέσεων και <<σιγουριών>>. Δεν με απασχολεί το υπόκωφο κουτσομπολιό, σκλάβων της ρουτίνας και της καταπίεσης που οι ίδιοι προσυπογράφουν κάθε πρωί στις επτά και δέκα ακριβώς. Θέλω με το δισάκι μου στον ώμο να ταξιδεύω από ηλιοβασίλεμα σε ανατολή και, ναι, είμαι απερίσκεπτος και φαντασιόπληκτος και ονειρεύομαι εκείνες τις στιγμές ελευθερίας πραγματικής που όσες μίζες κι αν μου δώσεις δεν μπορείς να ξεπληρώσεις. Ποτέ δεν με γοήτευσε <<η δύναμη της συνήθειας>>. Στην χαρίζω, όλη η ρουτίνα του κόσμου δική σου. Όλη η εξουσία. Όλο το χρήμα. Φάε, να σκάσεις. Θέλω απεγνωσμένα να με κυβερνάνε κυβερνήτες.
Θέλω να νιώθω κυβερνημένος απο κάποιον σοφό. Να υπάρχει κάποιος εκεί τελωσπάντων, στην Θέση. Δεν μπορώ μόνος, με φίλους και αδερφούς να πάρουμε την μοίρα μας στα χέρια• χωρίς αντιπροσώπους. Δεν είμαστε ικανοί μεταξύ μας να συζητάμε. Δεν ξέρουμε πώς. Τι σημαίνει πραγματικά διάλογος? Προτιμάμε να βγάζουμε ο ένας το μάτι του άλλου, ή να επιβάλλουμε ο ένας την γνώμη του στον άλλον. Είμαστε ανίκανοι να ακούσουμε. Σαν φίδια. Που είναι και κουφά. Σκάσε. Δεν γίνεται να λύνουμε μόνοι τα προβλήματά μας. Είμαστε πάρα πολλοί. Αναγκαιούμε έναν ταγό. Έλα, καλέ, αδιάφθορε, αμερόληπτε Θεέ- συγγνώμη, Ταγέ ήθελα να πώ. Το παίζω άθεος, μα νά που σ' έχω ανάγκη. |
Archives
March 2015
Categories |